Η Καινούργια Χώρα, όπως ήταν το παλιότερο όνομα της, δημιουργήθηκε μετά την επανάσταση του 1866, όταν μουσουλμάνοι πρόσφυγες από την ύπαιθρο του νομού Χανίων, μαζεύτηκαν για προστασία κοντά στα τείχη της πόλης, όπου δεν υπήρχε χώρος να εγκατασταθούν. Φαίνεται ότι ο αριθμός τους αυξήθηκε κατά τη διάρκεια της τελευταίας επανάστασης του 1897, όταν η αντιπαράθεση των δυο κυρίαρχων στοιχείων του νησιού π ή ρε οξυτάτη μορφή. Ο χώρος εγκατάστασης ορίστηκε μεταξύ του Εβραϊκού νεκροταφείου και της παλαιότερης γειτονιάς του Βαρουσιου και των εκβολών του Κλαδισου.
Ήταν η τέταρτη συνοικία που δημιουργήθηκε έξω από τα τείχη μετά τη Χαλέπα, το Βαρουσι και το Κουμ - Καπί που είχε κατοικηθεί τρεις δεκαετίες νωρίτερα, ήταν όμως η πρώτη που αχρήστευε οριστικά το «Τοπ αλτί», το χώρο δηλαδή που έμενε ελεύθερος κάτω από τον έλεγχο των κανονιών του τείχους. Για τις θρησκευτικές ανάγκες τους οι κάτοικοι έκτισαν ένα τζαμί δίπλα στη σημερινή πλατεία Βάφε, το οποίο σώζεται και σήμερα αλλοιωμένο και έχει μετατραπεί σε κατάστημα. Το οίκημα του, μια τετράγωνη κεραμοσκέπαστη αίθουσα με λίθινη επίστεψη, χρησιμοποιήθηκε μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών σα σχολείο, αποθήκη και καφενείο. Τότε κατεδαφίστηκε και ο μιναρές του. Η είσοδος του διπλανού παντοπωλείου του κ. Αλέκου Χαιρετάκη στεγάζεται με καλοκτισμένη καμάρα.
Με τη δημιουργία της Κρητικής Γβλιτείας και την αποχώρηση μεγάλου αριθμού Μουσουλμάνων, οι Ελληνορθόδοξοι κάτοικοι της συνοικίας ζήτησαν να οικοδομηθεί νέος μεγαλοπρεπής ναός του Αγ. Κωνσταντίνου, ο οποίος και ολοκληρώθηκε αρκετές δεκαετίες αργότερα και με μεγάλη δυσκολία όπως θα δούμετηνεπόμενη φορά.
Άλλα δυο μουσουλμανικά μνημεία στόλιζαν τη γειτονιά: οι κουμπέδες - μαυσωλεία του Σείτ Μπιλάλη δίπλα στο Εβραϊκό νεκροταφείο και του Χατζή Μουσταφά στον Εβλιγιά, στην άκρη της συνοικίας στην οδό Περιβολιών. Ο πρώτος ήταν στην έξοδο της σημερινής οδού ΙΈτρώφ, πάνω από τη θάλασσα κα σωζόταν μέχρι το Β' παγκόσμιο πόλεμο. Ο δεύτερος, αν και «διατηρητέο μνημείο» γκρεμίστηκε από τον ιδιοκτήτη του πριν δυο - τρία χρόνια και μένει έτσι και σήμερα, με τον νότιο τοίχο του ενσωματωμένο στη νέα οικοδομή που κόλλησε πάνω του. Και τα δύο κτίσματα ήταν παρόμοια: τέσσερις πέτρινοι πεσσοί που συνδέονται με τόξα, στήριζαν ημικυκλικό πέτρινο τρούλο. Στον κουμπέτου Σεϊτ Μπιλάλη, κάθε Μάιο που γιόρταζαν οι μουσουλμάνοι, έφερναν «κουρμπάνι» ένα καλο-θρεμμένο αρνί, που αφού έσφαζαν και έβραζαν μαζί με ρύζι (πιλάφι) το μοίραζαν επί τόπου.
Το Εβραϊκό νεκροταφείο, πάνω από το σημερινό «λιμανάκι», αποτελούνταν κυρίως από ταπεινούς χωμάτινους τάφους, με εξαίρεση έναν νεότερο πολυτελή, «της Σουλτάνας το μνήμα». Καταστράφηκε και καταπατήθηκε αμέσως μετά την εξόντωση των ντόπιων Εβραίων από τους Γερμανούς και χωρίστηκε σε οικόπεδα. Μικρό οίκημα, λιτό εξωτερικά, που υπήρχε στο χώρο του νεκροταφείου μέχρι τελευταία, διέθετε πλούσια διακοσμημένο εσωτερικό, αφού χρησίμευε για τις τελετές ταφής. Μια - δυο ταφόπλακες, έχουν διασωθεί στην περιοχή όχι στην αρχική τους θέση βέβαια